Το θρίλερ της περασμένης Παρασκευής είχε όλα τα επικίνδυνα συστατικά για να οδηγήσει είτε στο μοιραίο λάθος της «κατασκευής» ως δολοφόνου ενός ανθρώπου γνωστού σε όλο τον κόσμο είτε στη μεγάλη δημοσιογραφική αποκάλυψη της αιφνιδιαστικής ομολογίας του αναγνωρίσιμου φίλου του Σεργιανόπουλου που σκότωσε τον κολλητό του. Από το πρωί της ίδιας μέρας η «είδηση» κυκλοφόρησε παντού: στα δημοσιογραφικά γραφεία, στα ραδιόφωνα, στα γραφεία των αρχισυντακτών των τηλεοπτικών σταθμών.
Ολοι ήταν σίγουροι (;) ότι ο σφαγέας του αγαπημένου ηθοποιού «παραδόθηκε τα μεσάνυχτα της Πέμπτης και ομολόγησε το φρικιαστικό έγκλημά του γιατί τον γονάτισαν οι τύψεις». Από εκείνο το σημείο αρχίζει ένα εφιαλτικό χρονικό που δεν φαίνεται ακόμα το τέλος του. Με δύο τεράστια και απειλητικά ερωτήματα: Υπήρχε αληθινή πληροφορία για τον υπεράνω υποψίας δολοφόνο που δεν άντεξε τις Ερινύες, στριφογύριζε από το χάραμα της 4ης Ιουνίου στο κρεβάτι του και γύρναγε σαν την άδικη κατάρα στους πέντε δρόμους μέχρι την ώρα που αποφάσισε να διαβεί την πόρτα της Γενικής Ασφάλειας για να τα ξεράσει όλα και να εξιλεωθεί; Ή σχεδόν η μισή Ελλάδα μοιραζόταν ένα ακόμα κομμάτι από εκείνες τις υπαρκτές και ύπουλες «ακραίες φήμες», παραλλαγές αληθοφανών ψεμάτων που δεν ξεχωρίζουν από την πραγματικότητα, αλλά μπορεί να υποκρύπτουν τη μέθοδο για να μπορέσει να «βγει» η αλήθεια;
Οπως και να 'χει, τώρα πια είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι αντικρίζουμε έναν απίστευτα προπαγανδιστικό μηχανισμό με επαγγελματίες διαδοσίες που έχουν «στρώσει» -με αποδέκτη τα μέσα ενημέρωσης και την κοινή γνώμη- ένα άγριο παιχνίδι για να ξετρυπωθεί ή να κρυφτεί ο άνθρωπος που έβαψε τα χέρια του με το αίμα του ζεν πρεμιέ. Το παιχνίδι μπορεί να το παίζουν χοντρά κύκλοι της Γενικής Ασφάλειας ή ο ίδιος ο δολοφόνος. Οσο οι μέρες θα περνούν κκαι ο μακελάρης θα κυκλοφορεί ελεύθερος το παιχνίδι με το... όνομα θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο, όλο και πιο ακραίο.
Σήμερα διανύουμε την 27η μέρα από τη μακάβρια νύχτα της 3ης Ιουνίου, όταν ο μακελάρης με το κουζινομάχαιρο πετσόκοψε τον Νίκο Σεργιανόπουλο στο ρετιρέ της οδού Μετεώρων. Το έγκλημα παραμένει ανεξιχνίαστο και λογική εξήγηση δεν έχει ακόμα δοθεί, για ποιο λόγο δηλαδή στην αρχή ο υφυπουργός Εσωτερικών δήλωνε ότι «πλησιάζουμε τον δολοφόνο» και στη συνέχεια οι έρευνες οδηγήθηκαν «σε πλήρες αδιέξοδο» κατά επίμονη δήλωση ανώτατου αξιωματικού.
«Δεν έχουμε ακόμα όνομα» επιμένει ο ίδιος αστυνομικός, «το πτώμα μιλάει» δηλώνει σιβυλλικά άλλος αξιωματικός που έχει αναλάβει να βρει τον φονιά. Ξαφνικά το μεσημέρι της Παρασκευής η «Espresso» δημοσιοποιεί αποκλειστικές πληροφορίες για τα αποτελέσματα των ιστολογικών εξετάσεων, σύμφωνα με τις οποίες το θύμα φέρεται να έχει καταναλώσει μικρή ποσότητα αλκοόλ το βράδυ του φόνου. Από αυτό το εύρημα συνάγεται ότι κάποιοι άλλοι, πιθανόν φίλοι του πρωταγωνιστή ή άγνωστα ακόμα, τρίτα πρόσωπα είχαν μοιραστεί την παρέα του πριν από το φονικό.
Από εκείνη την ώρα αρχίζει η παράκρουση των «ειδήσεων» για την παράδοση και την ομολογία του «φίλου». Τυχαίο; Τίποτα δεν είναι τυχαίο σε τέτοιες υποθέσεις. Υπάρχουν πολλοί που υποψιάζονται κύκλους της αστυνομίας για τη διάδοση των ανατριχιαστικών φημών. Η μέθοδος με το τυρί και τον ποντικό ήταν πάντοτε προσφιλής στις αρχές που ψαρεύουν σε θολά νερά όταν τα στοιχεία δεν τους βγαίνουν και επιζητούν πρώτα σπάσιμο νεύρων και μετά το μοιραίο λάθος. Στην προσπάθεια διασταύρωσης της μεγάλης «είδησης» απευθυνθήκαμε σε υπεύθυνους αξιωματικούς. «Τον έχουμε βάλει στον τροχό και τον βασανίζουμε» μας απάντησε αξιωματικός του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, που έδειχνε να απολαμβάνει το δημοσιογραφικό συναγερμό, μάλλον γιατί έχει αποκτήσει ειδική σχέση με το μαύρο χιούμορ.
Υπάρχει ακόμα μία εκδοχή: Τα παιχνίδια των ανυπόστατων και επικίνδυνων φημών να παίζονται από την πλευρά του δολοφόνου. Οι λόγοι είναι πασιφανείς. Για να στιγματιστεί ένας αθώος και ψυχικά καταρρακωμένος άνθρωπος μετά τη δολοφονία του φίλου του, να αποπροσανατολιστούν οι αστυνομικές έρευνες, να μετατοπιστεί το κέντρο των προσαγωγών σε άλλες κατευθύνσεις, ώστε ο ίδιος να βρει τον τρόπο και το χρόνο να σβήσει κι άλλο τα ίχνη του και να μπορέσει να βγει από το καβούκι του. Εάν όμως ο φονιάς είναι αλλοδαπός και όχι γνωστός και Ελληνας, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει με διαβολικά επιτυχή τρόπο μια τέτοια πανούργα τακτική;
Ολοι ήταν σίγουροι (;) ότι ο σφαγέας του αγαπημένου ηθοποιού «παραδόθηκε τα μεσάνυχτα της Πέμπτης και ομολόγησε το φρικιαστικό έγκλημά του γιατί τον γονάτισαν οι τύψεις». Από εκείνο το σημείο αρχίζει ένα εφιαλτικό χρονικό που δεν φαίνεται ακόμα το τέλος του. Με δύο τεράστια και απειλητικά ερωτήματα: Υπήρχε αληθινή πληροφορία για τον υπεράνω υποψίας δολοφόνο που δεν άντεξε τις Ερινύες, στριφογύριζε από το χάραμα της 4ης Ιουνίου στο κρεβάτι του και γύρναγε σαν την άδικη κατάρα στους πέντε δρόμους μέχρι την ώρα που αποφάσισε να διαβεί την πόρτα της Γενικής Ασφάλειας για να τα ξεράσει όλα και να εξιλεωθεί; Ή σχεδόν η μισή Ελλάδα μοιραζόταν ένα ακόμα κομμάτι από εκείνες τις υπαρκτές και ύπουλες «ακραίες φήμες», παραλλαγές αληθοφανών ψεμάτων που δεν ξεχωρίζουν από την πραγματικότητα, αλλά μπορεί να υποκρύπτουν τη μέθοδο για να μπορέσει να «βγει» η αλήθεια;
Οπως και να 'χει, τώρα πια είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι αντικρίζουμε έναν απίστευτα προπαγανδιστικό μηχανισμό με επαγγελματίες διαδοσίες που έχουν «στρώσει» -με αποδέκτη τα μέσα ενημέρωσης και την κοινή γνώμη- ένα άγριο παιχνίδι για να ξετρυπωθεί ή να κρυφτεί ο άνθρωπος που έβαψε τα χέρια του με το αίμα του ζεν πρεμιέ. Το παιχνίδι μπορεί να το παίζουν χοντρά κύκλοι της Γενικής Ασφάλειας ή ο ίδιος ο δολοφόνος. Οσο οι μέρες θα περνούν κκαι ο μακελάρης θα κυκλοφορεί ελεύθερος το παιχνίδι με το... όνομα θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο, όλο και πιο ακραίο.
Σήμερα διανύουμε την 27η μέρα από τη μακάβρια νύχτα της 3ης Ιουνίου, όταν ο μακελάρης με το κουζινομάχαιρο πετσόκοψε τον Νίκο Σεργιανόπουλο στο ρετιρέ της οδού Μετεώρων. Το έγκλημα παραμένει ανεξιχνίαστο και λογική εξήγηση δεν έχει ακόμα δοθεί, για ποιο λόγο δηλαδή στην αρχή ο υφυπουργός Εσωτερικών δήλωνε ότι «πλησιάζουμε τον δολοφόνο» και στη συνέχεια οι έρευνες οδηγήθηκαν «σε πλήρες αδιέξοδο» κατά επίμονη δήλωση ανώτατου αξιωματικού.
«Δεν έχουμε ακόμα όνομα» επιμένει ο ίδιος αστυνομικός, «το πτώμα μιλάει» δηλώνει σιβυλλικά άλλος αξιωματικός που έχει αναλάβει να βρει τον φονιά. Ξαφνικά το μεσημέρι της Παρασκευής η «Espresso» δημοσιοποιεί αποκλειστικές πληροφορίες για τα αποτελέσματα των ιστολογικών εξετάσεων, σύμφωνα με τις οποίες το θύμα φέρεται να έχει καταναλώσει μικρή ποσότητα αλκοόλ το βράδυ του φόνου. Από αυτό το εύρημα συνάγεται ότι κάποιοι άλλοι, πιθανόν φίλοι του πρωταγωνιστή ή άγνωστα ακόμα, τρίτα πρόσωπα είχαν μοιραστεί την παρέα του πριν από το φονικό.
Από εκείνη την ώρα αρχίζει η παράκρουση των «ειδήσεων» για την παράδοση και την ομολογία του «φίλου». Τυχαίο; Τίποτα δεν είναι τυχαίο σε τέτοιες υποθέσεις. Υπάρχουν πολλοί που υποψιάζονται κύκλους της αστυνομίας για τη διάδοση των ανατριχιαστικών φημών. Η μέθοδος με το τυρί και τον ποντικό ήταν πάντοτε προσφιλής στις αρχές που ψαρεύουν σε θολά νερά όταν τα στοιχεία δεν τους βγαίνουν και επιζητούν πρώτα σπάσιμο νεύρων και μετά το μοιραίο λάθος. Στην προσπάθεια διασταύρωσης της μεγάλης «είδησης» απευθυνθήκαμε σε υπεύθυνους αξιωματικούς. «Τον έχουμε βάλει στον τροχό και τον βασανίζουμε» μας απάντησε αξιωματικός του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, που έδειχνε να απολαμβάνει το δημοσιογραφικό συναγερμό, μάλλον γιατί έχει αποκτήσει ειδική σχέση με το μαύρο χιούμορ.
Υπάρχει ακόμα μία εκδοχή: Τα παιχνίδια των ανυπόστατων και επικίνδυνων φημών να παίζονται από την πλευρά του δολοφόνου. Οι λόγοι είναι πασιφανείς. Για να στιγματιστεί ένας αθώος και ψυχικά καταρρακωμένος άνθρωπος μετά τη δολοφονία του φίλου του, να αποπροσανατολιστούν οι αστυνομικές έρευνες, να μετατοπιστεί το κέντρο των προσαγωγών σε άλλες κατευθύνσεις, ώστε ο ίδιος να βρει τον τρόπο και το χρόνο να σβήσει κι άλλο τα ίχνη του και να μπορέσει να βγει από το καβούκι του. Εάν όμως ο φονιάς είναι αλλοδαπός και όχι γνωστός και Ελληνας, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει με διαβολικά επιτυχή τρόπο μια τέτοια πανούργα τακτική;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου